Σάββατο 31 Ιανουαρίου 2009

Η δική μου Κούνεβα

Γεννήθηκα και μεγάλωσα σε μια φτωχογειτονιά κάπου στη δυτική Αττική.
Οι γονείς μου οι γνωστοί επαρχιώτες που έφτασαν στην πόλη αυτή για την επίτευξη του μικροαστικού τους ονείρου που η φυγή τους από την επαρχία τους είχε υποσχεθεί. Όταν άρχισα το σχολείο με φώναξε η μαμά μου να με ενημερώσει για το δικό της επάγγελμα. Μου είπε ότι όποιος με ρωτάει τι δουλειά κάνει εγώ θα πρέπει να απαντώ πως δουλεύει σε μια βιοτεχνία με πουκάμισα. Πράγματι ανακύκλωνα αυτά της τα λόγια για πολλά χρόνια.
Πραγματικό επάγγελμα μητρός καθαρίστρια. Σε σπίτια, σε μαγαζιά, ανασφάλιστη, με αφεντικά με αυξημένη ανάγκη για δούλους. Με συνεχείς διαπραγματεύσεις των λιγοστών χρημάτων που της έδιναν, με συνεχείς παρακλήσεις για καταβολή δώρων και επιδομάτων αδείας που σπανίως λάμβανε.
Και όλα αυτά αντί για φωνή την γέμισαν ντροπή. Το στόμα της θωρακίστηκε σε τέτοιο βαθμό που δεν την θυμάμαι ποτέ να παραπονιέται ούτε σε εμάς. Τους δικούς τους ανθρώπους. Πριν καν μεγαλώσω αποφάσισα να σπάσω εγώ αυτή τη σιωπή για λογαριασμό όλων μας. Εγώ δεν ντρεπόμουν. Εγώ δεν φοβόμουν να πω ότι η μητέρα μου είναι καθαρίστρια. Πριν καν μεγαλώσω της μίλησα. Και πριν καν μεγαλώσω μου μίλησε και εκείνη για την ντροπή της, για το φόβο της, για την συμπεριφορά της «καλής κοινωνίας» απέναντι στο προσωπικό της που το έχει ανάγκη κυρίως για αισθητικούς λόγους.

Η σιωπή έσπασε σε όλη την οικογένεια σιγά σιγά.

Πραγματικό επάγγελμα μητρός ανασφάλιστη καθαρίστρια.
Πραγματικό επάγγελμα μητρός ανασφάλιστη καθαρίστρια που δεν θα πάρει ποτέ σύνταξη.
Πραγματικό επάγγελμα μητρός ανασφάλιστη καθαρίστρια που όσες φορές ζήτησε κάτι που δικαιούται απολύθηκε.
Πραγματικό επάγγελμα μητρός ανασφάλιστη καθαρίστρια που όσες φορές άρθρωσε λόγο για τα δικαιώματα της την εξύβρισαν.
Πραγματικό επάγγελμα μητρός «Κωνσταντίνα Κούνεβα».

«Το βιτριόλι έπεσε και στα μάτια της μάνας μου. Το βλέμμα της είναι πιο καθαρό. Το βιτριόλι έπεσε και στις φωνητικές χορδές της μάνας μου. Η φωνή της είναι πιο θαρραλέα. Το βιτριόλι έπεσε και στη ψυχή της μάνας μου. Και η ντροπή της σχεδόν εξαφανίστηκε.»
Έδωσε λεφτά για τη θεραπεία της Κωνσταντίνας, ήθελε να κατέβει στο δρόμο (και ας μην τα κατάφερε) και τόλμησε να ομολογήσει στο μεγαλοαστικό σόι του πατέρα μου το επάγγελμα της.

Μου είπε: «Στεναχωριέμαι για την Κωνσταντίνα. Τα βράδια τη σκέφτομαι.»
Της είπα: «Σ’ αγαπώ πιο πολύ σήμερα.»

Χ.

http://anarxikoiaigaleo.blogspot.com/2009/01/blog-post_30.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου